Δημήτρης Πιατάς: «Είναι λίγο σουπερμάρκετ η Τέχνη σήμερα κι αυτό με ενοχλεί»

Δημήτρης Πιατάς: «Είναι λίγο σουπερμάρκετ η Τέχνη σήμερα κι αυτό με ενοχλεί»

– Πόσα χρόνια ηθοποιός;

46 χρόνια ηθοποιός. 46 καλοκαίρια που δεν έχω κάνει διακοπές.

-Σκληρό αυτό…

Γιατί μου συνέβη το οξύμωρο να είμαι ένας ηθοποιός που δεν αντιμετώπισε ποτέ το φάσμα της ανεργίας. Ίσως ήμουν αγαπητός κι με ήθελαν στους θιάσους τους και δεν εννοώ τα τελευταία χρόνια αλλά απ΄ όταν πρωτομπήκα στην περιπέτεια του θεάτρου: χαριτωμένο παιδί με δυο τεράστια γουρλωτά μάτια. Και πολύ χιούμορ!

– Καλή διαφυγή το χιούμορ;

Άμυνα μεγάλη! Ήμουν πάντοτε ο χιουμορίστας της παρέας. Ένα έξυπνο αστείο θα το χειροκροτήσω πρώτος. Φτάνει να είναι έξυπνο. Τα ανέκδοτα δεν μπορώ ούτε να τα ακούσω. Τα θεωρώ κατασκευασμένα. Fast food γέλιο.

– Αν ρωτήσω τους φίλους σου για σένα, τι θα μου πουν;

Ρώτησέ τους! (γέλια)

– Σου έχουν βγάλει κάποιο παρατσούκλι;

Επίσης, ρώτησέ τους! (γέλια)

–   Τι έχει απομείνει από το χαριτωμένο αγόρι με τα γουρλωτά μάτια;

Παραμένω αυτό το παιδί! Έχω την πολυτέλεια να κάνω μια δουλειά που είναι παιχνίδι. Δεν μπορείς να το καταργήσεις αυτό. Αν το καλοσκεφτείς, τι κάνουμε; Σκηνικά, λέμε ψέματα. Υποδυόμαστε ρόλους που δεν είμαστε εμείς. Όσοι υπηρετούμε την κωμωδία, φέρουμε ευφορική κατάσταση στο κοινό. Για να την φέρεις πρέπει να την διαθέτεις κιόλας. Είναι ανωμαλία αλλιώς.

– Πώς το κάνετε αυτό το πράγμα όλοι οι ηθοποιοί; Μπορεί να σας βασανίζουν χίλια δυο προβλήματα και ξαφνικά είναι σαν να πατάτε ένα κουμπί, ανεβαίνοντας στη σκηνή, και εξαφανίζονται όλα. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκείνη τη στιγμή.

Είναι αναγκαίο κακό. Ή καλό. Όταν ανεβαίνεις στη σκηνή, εκτίθεσαι. Μην νομίζεις ότι μπορεί να το κάνει ο καθένας αυτό. Επειδή υπήρξα και δάσκαλος υποκριτικής το πρώτο μάθημα που έκανα στους μαθητές μου ήταν να τους πω: «μπορείτε να εκτεθείτε;», «μπορείτε να αυτογελοιοποιηθείτε;», «μπορείτε επειδή αγαπάτε τον εαυτό σας, να τον μισήσετε σκηνικά;», «μπορείτε να ξευτιλιστείτε σκηνικά;». Αν το πετύχεις αυτό, είσαι ηθοποιός!

–   Πότε ένιωσες να το καταφέρνεις;

Θα σου πω το εξής, η παιδικότητα μου είχε θεατρικότητα, ερήμην μου. Συμβαίνει σε πάρα πολλά παιδιά αυτό και όταν το αντιλαμβάνομαστε συνήθως λέμε «αυτός θα γίνει θεατρίνος». Εγώ ήμουν ένα παιδί που του άρεσε να παίζει. Ήμουν χαριτωμένος χωρίς να έχω θράσος. Έκανα τον Καραγκιόζη, διοργάνωνα προβολές ταινιών, έβγαζα περιοδικό στο σχολείο…

– Τι όνομα είχες δώσει στο περιοδικό;

Το έγραφα και το τύπωνα ο ίδιος. Το ονόμαζα «Σανσελόρ», από ένα άγνωστο έργο του Ιούλιου Βερν που μου άρεσε πολύ. Ήταν ένα περιοδικό ποικίλης ύλης. Έτσι έβγαζα το χαρτζιλίκι μου. Πρόσφατα βρήκα ένα παλιό συμμαθητή και μου είπε ότι έχει ένα τεύχος, το οποίο έχει φυλάξει ως ανάμνηση. Του απάντησα «πρόσεξε! Μελλοντικά μπορεί να το πουλήσουμε» (γέλια). Πήγαινα σε ένα βαρβάτο σχολείο και είχα πολλούς συμμαθητές που αργότερα στη ζωή τους κατέλαβαν διάφορους υπουργικούς θώκους. Έγιναν επίσης, δημοσιογράφοι, παρουσιαστές, καθηγητές πανεπιστημίων. Ένας εξ΄ αυτών έχει όνομα και μάλλον τον γνωρίζεις. Λέγεται Γιώργος Κοσκωτάς!

– Σοβαρά;

Ναι, ήταν έναν χρόνο μικρότερός μου αλλά γνωριζόμασταν όλοι με τον τρόπο μας. Γενικά, ήμασταν μια περίεργη γενιά. Και στο θέατρο αργότερα…

–  Τι γενιά ήταν αυτή;

Νομίζω ότι τώρα πια, μπορώ να κάνω ένα flashback και να πω πως ήταν μια γενιά με πολύ ενδιαφέρον γιατί ερχόταν από ένα ισχυρό θεατρικό κατεστημένο. Από τη μία το θέατρο Τέχνης, αυστηρό και κλειστό, από την άλλη το Εθνικό με όλους αυτούς τους σπουδαίους: Μινωτής, Παξινού, Βόκοβιτς, Βαλάκου, Χατζηαργύρη. Και ήταν και ο κινηματογράφος, Βουγιουκλάκη – Παπαμιχαήλ. Δεν υπήρχε χώρος για τους νέους. Το αντίθετο δηλαδή, απ΄ ότι συμβαίνει σήμερα.

Σήμερα, πρωταγωνιστούν οι νέοι. Και σωστά πρωταγωνιστούν. Η δική μας θεατρική γενιά βγήκε ως ρωγμή σε αυτό το καθεστώς. Δεν ήταν ούτε όμορφη, ούτε ρωμαλέα όπως ο Κούρκουλος. Ήταν πιο αρρωστιάρικη, βλέπε Γιώργος Κιμούλης, Λάκης Λαζόπουλος, Άννα Παναγιωτοπούλου, Μίρκα Παπακωνσταντίνου. Η οποία γενιά όμως, δεν είχε πρόβλημα με τον εαυτό της, ήξερε να αυτοσαρκάζεται κι αφουγκράστηκε την ατμόσφαιρα της εποχής. Ένας κόσμος κατέρρεε και ένας καινούργιος κόσμος ερχόταν. Όχι απαραίτητα καλύτερος. Θα έλεγα ότι αυτός ο κόσμος που ήρθε μετά, εξελίχθηκε σε λαμόγια. Με φούσκες επιτυχίες και ένα lifestyle που πληρώνουμε τώρα.

– Πώς σε καθόρισε αυτή η εποχή;

Δεν μπορώ να αρνηθώ ότι μας έδωσε επιτυχία, η οποία μεταφράστηκε εμπορικά και καλλιτεχνικά. Μας πρόσφερε χρήματα, ευμάρεια, αγοράσαμε αυτοκίνητα, αγοράσαμε σπίτια, άσχετα αν χρεοκοπήσαμε μετά. Όλα αυτά όμως, έγιναν από τη δουλειά μας. Τώρα τα παιδιά μας είναι «η γενιά της κρίσης». Αν ο μπαμπάς δεν έχει στην Κορώνη χρήματα, δεν μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα.

–  Είπες πριν ότι σωστά πρωταγωνιστούν οι νέοι σήμερα. Είναι ωραίο να το ακούς αυτό. Γιατί δείχνει έναν άνθρωπο χορτασμένο και ακομπλεξάριστο.

Δεν είμαι ακομπλεξάριστος, είμαι πραγματιστής. Κανένας δεν μπορεί να σου πάρει τη δουλειά, αν κάνεις για τη δουλειά. Δεν ευθύνεται ο άλλος που καλύπτει το κενό που άφησες εσύ. Λίγη αυτοκριτική… Η Τέχνη δεν είναι ανταγωνιστική, μας την πουλούν ανταγωνιστικά.  Εγώ κερδίζω από τη νέα γενιά, τους γνωρίζω και χαίρομαι που δουλεύω μαζί τους, όπως τώρα στον Προμηθέα. Πίστεψέ με, υπάρχει σοφία και στο μωρό που γεννιέται. Ανοιχτά μάτια θέλει ο καλλιτέχνης. Και να εισπράττει τη σοφία των άλλων για να την προσθέτει στη δικιά του και να γίνεται καλύτερος υποκριτής.

 

–  Θεατρικά πώς βλέπεις τα πράγματα σήμερα;

Θα έλεγα ότι είναι λίγο σουπερμάρκετ η Τέχνη σήμερα. Και με ενοχλεί πολύ αυτό, βέβαια. Τέχνη με πολλές δόσεις και πολλά δώρα. Ακόμη και αν δίνεται δωρεάν, πρέπει να δίνεται με την έννοια της προσφοράς και όχι ως εμπόρευμα. Είναι ενοχλητικό το δωρεάν στην Τέχνη.

-Για ποιον λόγο θα εγκατέλειπες το θέατρο;

Το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Ακόμη και αν νοσεί, το μικρόβιό του μεταλλάσσεται συνεχώς. Για να επιβιώσεις λοιπόν, πρέπει να είσαι ενεργός. Την πρώτη φορά που θα συνειδητοποιήσεις ότι μιμείσαι τον εαυτό σου, ότι πλήττεις με τον εαυτό σου, ότι θεατρικά δεν έχεις να προσθέσεις κάτι, πρέπει να φεύγεις. Γιατί το θέατρο στην πραγματικότητα έχει πεθάνει μέσα σου. Από εκεί και πέρα, δεν κρύβω ότι θέλω κάποια στιγμή να απομονωθώ στον «Λαύκο», ένα χωριό στο Πήλιο. Διατηρώ ένα σπίτι εκεί…

–  Γιατί δεν το έχεις κάνει ακόμη;

Γιατί με φωνάζουν στη δουλειά (γέλια). Ως plan b όμως, δεν είναι καθόλου κακό. Το σπίτι που έχω είναι του 1875, στην πραγματικότητα είναι αναφορά στο παρελθόν και στη μνήμη. Το πήρα, το αναπαλαίωσα και το όνειρό μου είναι να μείνω κάποια στιγμή μόνιμα εκεί. Τυχαία επέλεξα αυτό το χωριό. Το όνομά του βγαίνει από το «γλαύκος» που σημαίνει καθαρός ορίζοντας. Πιστεύω στην Ειμαρμένη. Πιστεύω στην Τύχη. Έχω έναν καλό άγγελο πάνω από το κεφάλι μου.

–  Τι είναι ευτυχία για σένα;

Να μην δουλεύω (γέλια). Να κάθομαι και να ονειρεύομαι, δεν έχω καταφέρει να το κάνω ακόμα!

– Οι καλλιτέχνες είναι φύσει ονειροπόλοι;

Ναι, αλλιώς δεν είσαι καλλιτέχνης. Η δουλειά μας είναι συνυφασμένη με το όνειρο. Είναι μέσα στο dna μας. Στην πραγματικότητα, παίρνεις κείμενα και τα κάνεις εικόνα. Μεταφέρεις κόσμους που δεν υπάρχουν. Και παρουσία του πελάτη κόπτεται ο κιμάς. Το θεατρικό έργο, εννοώ.

Πηγή Περιοδικό People 


0 σχόλια » Γράψε σχόλιο »

  • ANEK
  • NDQUE
  • TEATRO
  • BLUEPEAK PROPERTIES
  • FANTASIA
  • VOGUE
  • Orimasis
  • Casper